Πέμπτη 5 Μαΐου 2016

Μαθήματα διαπραγμάτευσης από τους εταίρους

Από τη Θεσσαλονίκη
γράφει
ο Μιχάλης Δεμερτζής

Η αξιολόγηση έχει ολοκληρωθεί σε ποσοστό 99%.
Για την ακρίβεια, όπως δήλωσε ο επίτροπος Π. Μοσκοβισί, «απομένουν δύο σημαντικά στοιχεία προς συζήτηση, ο προληπτικός μηχανισμός και τα μέτρα για το χρέος».
Δηλαδή, τα μέτρα που αφορούν στην επίτευξη πλεονάσματος της τάξης του 3,5% ως το 2018 έχουν συμφωνηθεί.
Ανάμεσα σε αυτά και τα επιμέρους θέματα στα οποία έκανε τη δύσκολη η κυβέρνηση Συριζανέλ- κυρίως ασφαλιστικό και «κόκκινα» δάνεια.
Έτσι απλά.
Όταν έφυγε το κουαρτέτο ήταν
ακόμα ανοιχτά και, μέσα σε λίγες μέρες, χωρίς να γίνει ιδιαίτερη φασαρία, έκλεισαν.
Αυτό που μεσολάβησε, φυσικά, ήταν η απόφαση του Eurogroup (22/04) για προληπτικά μέτρα (τα οποία, τουλάχιστον ως περικοπές δαπανών, προβλέπονταν ήδη από το τρίτο μνημόνιο).
Πριν τα θέσουν επί τάπητος οι δανειστές, η κυβέρνηση ήταν έτοιμη να περάσει την πρότασή της για το ασφαλιστικό από την Ολομέλεια της Βουλής, ανεξαρτήτως συμφωνίας.
Το επιμύθιο εδώ είναι πως, σε μία διαπραγμάτευση, το πιο σημαντικό είναι να είσαι σε θέση να εφαρμόσεις τα δηλωθέντα.
Ο μόνος λόγος που η κυβέρνηση ανέκρουσε πρύμναν στο άκουσμα του νέου πακέτου, είναι πως ξέρει ότι οι εταίροι σοβαρολογούν.

Από την άλλη, η ελληνική πλευρά δεν σοβαρολογεί ποτέ.
Όταν ο Πάνος Καμμένος δηλώνει ότι, αν μας ζορίσουν, θα γεμίσει η Ευρώπη με Τζιχαντιστές ή θα τα κάνουμε όλα Κούγκι και μετά σφυρίζει αδιάφορα, είναι πολύ λογικό να μας αντιμετωπίζουν σαν... γκρινιάρικο κουτάβι.
Συγκριτικά, η απάντηση του Ντάισελμπλουμ, λίγες μέρες μετά τις απειλές Καμμένου, ήταν ότι «δεν θα υπάρξει εύκολη πρόσβαση στα παράθυρα της ΕΚΤ μέχρι να επέλθει μια στέρεη συμφωνία με το Eurogroup» (Απρίλιος 2015).
Και αυτό απειλή μπορεί να θεωρηθεί (μετά βίας), μόνο που ήταν, και αποδείχθηκε, εντελώς πραγματοποιήσιμη.

Γενικά, έχουμε καταλάβει προ πολλού ότι έχουμε μία μη συνεννοήσιμη και υπερβολικά φλύαρη κυβέρνηση. Αυτό που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής είναι, αντιθέτως, το πόσο πιο παραγωγικοί είναι οι εταίροι μας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Καταρχήν, αν το καλοσκεφτούμε, δεν μας έχουν πει ποτέ «Όχι» για κάτι στο οποίο επιμείναμε.
Σαν σοβαροί διαπραγματευτές, μελετούσαν την πρότασή μας και μας την επέστρεφαν επικυρωμένη, αφού είχαν επισυνάψει και τους δικούς τους όρους.
Και συνήθως συμφωνούσαμε.
Το γεγονός ότι εμείς δεν ξέραμε τί ακριβώς ζητούσαμε ή ότι, όταν το παίρναμε, δεν ξέραμε πώς να το χρησιμοποιήσουμε, είναι δικό μας πρόβλημα.
Τα παραδείγματα δεν είναι λίγα:
- Όταν ο Γ. Α. Παπανδρέου έθεσε θέμα ΔΝΤ, η ΕΕ ήταν επισήμως σκεπτική, τα κράτη-μέλη αμήχανα και η Γερμανία αρχικά διχασμένη. Τελικά, η γερμανική κυβέρνηση βρήκε τον τρόπο, όχι μόνο να μην υποχωρήσει από την απειλή (υποτίθεται ότι, τουλάχιστον αρχικά, ως τέτοια ετέθη) αλλά και να επωφεληθεί από αυτή.
Μας είπε εν ολίγοις πως, αν θέλουμε ΔΝΤ, θα το έχουμε.
Απλώς θα πρέπει να ξεχάσουμε το (αιτούμενο και από άλλα κράτη-μέλη) υπέρμετρο τύπωμα χρήματος από την ΕΚΤ.
Το ΔΝΤ θα ήταν το «μεγάλο πορτοφόλι» εφεξής και το Ευρώ θα παρέμενε «γερμανικό», ήτοι σκληρό. Κάπως έτσι εξελίχθηκαν και άλλες «μεγάλες» διαπραγματεύσεις.

- Όταν μιλήσαμε μόνοι μας για Grexit, ο Β. Σόιμπλε, για να μας βγάλει από τον κόπο να το καταρτίσουμε ως σχέδιο, οπότε και ως πραγματική απειλή, ανέλαβε τη δουλειά και μας το παρουσίασε έτοιμο.

- Όταν στη Σύνοδο Κορυφής του περασμένου καλοκαιριού διεκδικήσαμε αρκετά χρήματα ώστε να μπορούμε να προγραμματίσουμε με άνεση την έξοδό μας από τη κρίση, δεν μας τα αρνήθηκαν.
Απλά μας είπαν πως, αφού ομιλούμε για δάνειο, για να μας δώσουν 80 δις για τρία χρόνια, θα πρέπει το ΤΑΙΠΕΔ να μαζέψει 50 δις.
Επιπλέον εγγύηση και ο μηχανισμός αυτόματης διόρθωσης δαπανών, δηλαδή τα προληπτικά μέτρα που τώρα μας απασχολούν.
Συμφωνήσαμε και ο Α. Τσίπρας το παρουσίασε σαν θρίαμβο.

- Μέχρι και κούρεμα χρέους πήραμε όταν το ζητήσαμε.
Το PSI μείωσε το χρέος μας κατά 106 δις, με τον πλέον επίσημο και συστημικό τρόπο.

- Τώρα, που αξιώνουμε πάλι κούρεμα, δεν μας είπαν «ξεχάστε το».
Έβγαλαν από το συρτάρι τους το νέο πακέτο και η αξίωση που είχαμε για να αποδεχθούμε τα άμεσα μέτρα έγινε ανάχωμα για να μην επιβληθούν και τα προληπτικά.
Εάν θέλουμε να διατηρηθεί στη συζήτηση η ελάφρυνση χρέους, θα πρέπει ως ένα βαθμό να υποχωρήσουμε και να αποδεχθούμε καταρχήν κάποιου είδους μηχανισμό αυτόματης διόρθωσης.

Συμπερασματικά, δεν φαίνεται να έχουμε μάθει τίποτα μετά από έξι χρόνια διαπραγματεύσεων.
Χωρίς σχέδιο, οι κυβερνήσεις μας κατά κανόνα ζητούσαν και ζητούν αυτό που είναι πιο ευχάριστο στα ώτα των ψηφοφόρων τους.
Η τρέχουσα κυβέρνηση δε, είναι καταφανώς η πιο άσχετη που είχαμε ποτέ στο συγκεκριμένο κομμάτι.
Είναι δυστύχημα το γεγονός πως οι διαπραγματεύσεις γίνονται σχεδόν εξ αρχής περισσότερο με όρους δύναμης και λιγότερο με όρους ενότητας.
Έχουμε γράψει και στο παρελθόν ότι η ΕΕ έχει σοβαρή ευθύνη για αυτό.
Ωστόσο, η Ελλάδα σταθερά αγνοεί το πλεονέκτημα που της δίνει η συμμετοχή της στο κοινό νόμισμα. Νομίζουμε ότι μπορούμε να απειλούμε τους ευρωπαίους εταίρους μας, επειδή επιμένουν να μην μας αφήνουν στο έλεος της χρεοκοπίας.
Όπερ σημαίνει ότι έχουμε ερμηνεύσει τελείως λάθος τη σχέση μας, και κατ’ επέκταση το συμβόλαιό μας, μαζί τους.
Καμία σύμβαση δεν είναι επωφελής αν δεν τη σεβαστείς.
Ακόμα κι αν οι όροι είναι σκανδαλωδώς ευνοϊκοί, αν δεν τηρείς το δικό σου μέρος της συμφωνίας, το συμβόλαιο πάντα θα γίνεται επαχθές.
Ομοίως, στρέφουμε εναντίον μας τις συμβάσεις που έχουμε συνάψει και, όταν τις συζητάμε εκ νέου, προτιμούμε να κρυβόμαστε πίσω από κόκκινες γραμμές.
Εφόσον λοιπόν δεν έχουμε να εισφέρουμε κάτι στο τραπέζι πέρα από αρνησικυρία, οφείλουμε, το λιγότερο, να είμαστε αξιόπιστοι.
Τουλάχιστον έτσι, θα μας παίρνουν και στα σοβαρά όταν ανεβάζουμε τους τόνους.
Αν αγνοούμε σταθερά τις συμβατικές μας υποχρεώσεις, καμία γραμμή, κανενός χρώματος, δεν έχει βαρύτητα.
Όσο για το πάγιο αίτημά μας, την ελάφρυνση του χρέους, είναι ελάσσονος σημασίας.
Ούτε καν ο μηδενισμός του δεν θα βελτίωνε τη θέση μας διεθνώς.
Το μείζον είναι η αποκατάσταση της αξιοπιστίας μας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου