Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

Δεν θα περάσει ο φανατισμός

Γράφει
ο Νίκος Γιαννής*


Έχω το δικαίωμα να είμαι απολύτως αντίθετος και να αισθάνομαι αποτροπιασμό γι' αυτήν τη δολοφονία, επειδή είναι δολοφονία, αφαίρεση ζωής, ανεξαρτήτως της πολιτικής ταυτότητας του δράστη και του θύματος;
Όποιοι απευθύνονται ο ένας στον άλλον με λεκτική βιαιότητα «σκάσε», «βούλωστο εσύ», «σκασίλα μου», «χέστηκα», «δεν πα να πνιγείς», «εδώ θα γίνεται ότι λέω εγώ», «θα σε κάνω, θα σε δείξω», κ.α. παρόμοια, έχουν επίγνωση, ότι η απαξίωση του άλλου, η απολυτότητα και η έλλειψη ανεκτικότητας προς ότι διαφορετικό, προς όποιον είναι αδύναμος, αλλά και προς όποιον είναι πιο δυνατός από εμάς, προς μια αντίθετη άποψη ή συμφέρον, μια μέρα μπορεί να βρεθούν στη θέση ενός δολοφόνου ή ενός δολοφονημένου;
Δεν θέλει καν προσχεδιασμό, ή ενδεχόμενο δόλο, απώλεια ψυχραιμίας λέγεται κι όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος.
Η βία ξεκινάει απ' το σπίτι, απ' την παιδεία που λαμβάνουμε από την κοινωνία.
Τα παιδάκια στη Συρία που είδαν μπροστά στα μάτια τους να αποκεφαλίζονται άνθρωποι, εξοικειώνονται και είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιήσουν κι ακόμη πιο λογικό να ανέχονται τη βία.
Η βία πρώτ’ απ' όλα στο μυαλό μας γεννιέται και δική μας πρόκληση αποβαρβαρισμού και πολιτισμού είναι μέσα απ' το μυαλό μας να τη διώξουμε οριστικά. 
Τα πράγματα δεν είναι ούτε άσπρα ούτε μαύρα, σε αποχρώσεις του γκρι είναι, εφόσον μιλάμε για συμβίωση κι όχι για μοναστική ζωή.
Οι καθαρές λύσεις, το «δεν μασάω τα λόγια μου» και «ότι έχω να πω θα το πω», η δήθεν λεβεντιά ή και χειρότερα η αληθινή λεβεντιά, τύπου Ζωνιανών και άλλη, το «όλα ή τίποτα», μας έφεραν εδώ.
Ο συμβιβασμός, εφόσον είναι τίμιος, έχει θετικό πρόσημο και είναι εκδήλωση πραγματικής αλλά και πρακτικής γενναιότητας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση να προσφέρει λοιπόν τεχνογνωσία, με ανάλογη εκπαίδευση και εξοπλισμό των κατασταλτικών δομών και μπορεί να το κάνει, ως προς την εξάρθρωση και οριστική αντιμετώπιση εγκληματικών ομάδων, με παράλληλες δομές, πολιτικού και βίαιου σκέλους.
Όμως αυτό απαιτεί ειλικρινή και βαθειά ομοθυμία όλων των κομμάτων, όλων των φορέων και όλων των πολιτών.
Ευρωπαϊκή κινητοποίηση των αρχών σε μια ευρωπαϊκή κοινωνία πολιτών.
Να μην χαρακτηρίζονται ως «ρουφιάνοι» όσοι βοηθούν τις αρχές, καλούνται και προσέρχονται ως μάρτυρες, κ.λπ.
Όπως θαυμάσαμε την ομοθυμία πολιτών και κράτους στα επεισόδια του Λονδίνου προ τριετίας. Οι πολίτες προσέρχονταν στις αρμόδιες υπηρεσίες προς ταυτοποίηση των δραστών των λεηλασιών και για να καταθέσουν επώνυμα.
Αυτονόητο καθήκον κάθε πολίτη εφόσον θέλει να απολαμβάνει το αγαθό της δημόσιας τάξης και φυσικά ανεξαρτήτως πολιτικού φρονήματος.
Και για να μην «βρίσκει πάτημα» η Χρυσή Αυγή και ανάλογες οργανώσεις και μορφώματα του ολοκληρωτισμού, φαιού ή κόκκινου, να μιλούν για μη εφαρμογή του νόμου ή για επιλεκτική εφαρμογή του νόμου ώστε να τον παίρνουν στα χέρια τους. Να μην επιλέγουμε νεκρούς, διαχωρίζοντας τους σε καλούς και κακούς.
Να σεβόμαστε ενσυνείδητα το κράτος δικαίου, γιατί απλούστατα στο κάτω - κάτω αυτός ο σεβασμός είναι ανταποδοτικός, «που να πάρει».
Στο κάτω – κάτω αυτό το ημιτελές και αλυσιτελές κράτος δικαίου, που τόσο λίγο είναι κράτος δικαίου, άλλο τόσο και στον βαθμό που πράγματι κατάφερε να είναι κράτος δικαίου, ας το ωθήσουμε να βελτιωθεί και να τελειοποιηθεί, ας μην γκρεμίζουμε κι αυτό που ήδη έχουμε και που προφανέστατα έχει κατακτηθεί με αγώνες και αίμα.

Ας το πούμε λοιπόν ευθαρσώς.
Ναι, δεν υπάρχει, προς το παρόν τουλάχιστον,  πραγματική, ειλικρινής, ομοθυμία στην καταδίκη της δολοφονίας.
Γιατί τα πολιτικά κόμματα επιδιώκουν την πολιτική εκμετάλλευση, να περιορίσουν τις απώλειες ή να αυξήσουν τις ψήφους αναλόγως, αφού ο πολιτικός ανταγωνισμός για την εξουσία είναι αδυσώπητος και φτάνει μέχρι τέλους, χωρίς να αφήνει κανένα περιθώριο τοποθέτησης και χειρισμών επί της αρχής, παρά μόνον επί του πολιτικώς ωφελίμου.
Δεν υπάρχει επίσης ομοθυμία γιατί αρκετοί από καθωσπρεπισμό ρητορικώς μεν και επιφανειακώς καταδικάζουν, αλλά στην ουσία δεν νοιάζονται.
Εφόσον δεν θίγονται άμεσα. Μέχρι να έλθει βεβαίως και η δική τους ώρα να βρεθούν στο ορμητικό διάβα του φασισμού.
Και γιατί υπάρχουν κι εκείνοι που κατά βάθος χαίρονται, είτε καταδικάζουν στα λόγια είτε όχι, γιατί μπορεί να είναι φασίστες ή κρυπτοφασίστες, γιατί μπορεί να είναι αντιπολιτικοί, γιατί χαίρονται με την αναμπουμπούλα, από διαστροφή του πνεύματος ή της ψυχής, ή αφού δεν έχουν τίποτα να χάσουν από αυτήν, τέλος γιατί μπορεί να προσβλέπουν ιδεοληπτικά ή μηδενιστικά σε μιαν αναταραχή, να γκρεμισθούν τα πάντα.
Φυσικά είναι πολλοί εκείνοι που καταδικάζουν ειλικρινά και μέσα τους και έξω τους και εννοούν την ομοθυμία και την ενότητα, όμως πρακτικά είναι αδύναμοι.
Ξέρουν ότι είναι πολύ επικίνδυνο να ανακατεύεσαι με τα πίτουρα και γι' αυτό, παραμένουν, σιωπηλοί, είναι οι πολλοί, καλοί άνθρωποι.
Ορισμένοι από αυτούς είναι εκείνοι για τους οποίους ο Θουκυδίδης λέει ότι «το κακό δεν βαρύνει μόνον εκείνον που το κάνει αλλά κι εκείνον που μπορεί να το εμποδίσει και δεν το κάνει».
Είναι κι εκείνοι, οι καλοί, που αντί ν’ ανάψουν ένα κερί καταριόνται συνεχώς το βαθύ σκοτάδι. Και τέλος καταδικάζουν κι εκείνοι που αν είχε συμβεί το αντίθετο, αν είχε σκοτωθεί αντίπαλος, δεν θα κρατιόντουσαν από μισαλλόδοξη λεβεντιά, εκείνοι που δεν τάσσονται κατά της πολιτικής δολοφονίας γενικώς, αλλά κατά της συγκεκριμένης δολοφονίας του δικού μας ανθρώπου, της δικής μας, ολοκληρωτικής άποψης.
Που το πάω;
Θέλω να εξηγήσω γιατί στην Ελλάδα οι θρασείς, οι κατεργάρηδες, οι αυθαίρετοι και παραβατικοί, οι χωρίς αρχές, οι κοινωνικώς, ποιοτικώς, νοητικώς, επιστημονικώς, επαγγελματικώς ελάχιστοι, οι αλητήριοι, επιβιώνουν και πλειστάκις διαπρέπουν. Γιατί στην κοινωνία του άσπρου ή του μαύρου, του «όλα ή τίποτα», των κάθετων συγκρούσεων και του άμετρου και άναρχου ανταγωνισμού, του «ο θάνατος σου η ζωή μου», όπου ο εχθρός του εχθρού μου είναι και δικός μου φίλος, δεν υπάρχει ένα ελάχιστο έστω πεδίο σύμπτωσης όλων, παραδοχής ορισμένων αναμφισβήτητων σταθερών, μ' άλλα λόγια εν ελλείψει σοβαρής αστικής τάξης, ομόθυμου αναχώματος στην αθλιότητα και τον τυχοδιωκτισμό, που να ορθώνεται από την πλευρά και των δύο βασικών ανταγωνιστών, σε οποιονδήποτε χώρο και με οποιοδήποτε διακύβευμα κι αν εκδηλώνεται ο ανταγωνισμός, ο τρίτος, οι τρίτοι, οι θρασείς, οι χαμερπείς, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος, διεισδύουν και ευδοκιμούν.
Στην ουσία κάθονται εκείνοι που υποτίθεται ότι είναι σε θέση να αναλαμβάνουν ευθύνες για όλους, η διευθύνουσα τάξη, η ελίτ και δίκην εσωτερικών διαιρέσεων, αλλά «κάθετων» διαιρέσεων άρα αυτοκαταστροφικών, κάθονται και τους εκμεταλλεύονται οι τυχάρπαστοι.
Πονηρή η αλεπού, αλλά τελικώς πιο πονηρό το αλεπουδάκι, η πονηριά την έφαγε.
Και ιδού το παράδοξο τελικώς, αντί ο εντάξει άνθρωπος, που σέβεται κανόνες και αρχές, που δεν παρασύρεται σε άμετρο ανταγωνισμό και δεν ελαύνεται από ταπεινά κίνητρα, να δικαιώνεται, η μετριοπάθεια, η ευγένεια, η ποιότητα του, εκλαμβάνονται ως υποχωρητικότητα και αδυναμία και αν και πότε θα του αναγνωρισθεί τελικώς και τι παραμένει άγνωστο.
Οι δε υπόλοιποι καλοί άνθρωποι κάθονται και παρατηρούν παθητικά, γιατί που να «βάλουν πλάτες» στον καλό, να βρουν μπελά κι αυτοί, μπλέκοντας με τη λάσπη! Όταν στους βάλτους τσακώνονται οι ελέφαντες τα βατράχια κάνουν στην άκρη. Αδύναμη κοινωνία πολιτών, άρα αδύναμοι θεσμοί, διαφθορά συνειδησιακή και πραγματική, κύκλος και κατά κυριολεξία φαύλος.
Υπάρχει ελπίς; Ναι, υπάρχει ελπίς.
Να επιμείνουμε να βλέπουμε τα πράγματα από τη σωστή μεριά, απ' την άλλη δηλαδή από αυτήν από την οποία συνήθως δείχνουν και ν» αγωνιζόμαστε γι' αυτά.
Χωρίς προσδοκία προσωπικής ανταπόδοσης, με γενναιότητα, αλλά χωρίς φανατισμό. Ο φανατισμός δεν θα περάσει.
Για την Ελλάδα ρε γαμώτο!

Τελικώς, η Χρυσή Αυγή προσφέρει σανίδα σωτηρίας προς το παρόν στον κατεστημενικό κρατισμό και βλέπουμε.
Παλαιοκομμματική Ν.Δ., ώριμο αλλά και (διε)φθαρμένο ΠΑΣΟΚ, παλαιό ΠΑΣΟΚ (ήτοι μεγάλος ΣΥΡΙΖΑ), πάσχοντες από ακατάσχετο κυβερνητισμό και λοιπά παρασιτικά συμπληρώματα π.χ. ΚΚΕ, ριζοσπαστική αριστερά (μικρός ΣΥΡΙΖΑ), σε συγχορδία με τη βαθειά διαπλοκή των εθνικών μέσων ενημέρωσης, εθνικών προμηθευτών και εθνικών εργολάβων, σύσσωμοι ωρύονται τώρα δίκην δημοκρατικότητας, για το τέρας που γιγαντώθηκε εξαιτίας όλων όσων έκαναν ώστε να φτάσουμε στην ανάγκη των μνημονίων.
«Δίνουν τα ρέστα τους».
Όμως όποιοι έσπειραν ανέμους συνήθως θερίζουν θύελλες.
Αν δεν αλλάξει ριζικά το πολιτικό δυναμικό, αν το κράτος δεν τεθεί απτά στην υπηρεσία του πολίτη, αντί ο πολίτης να υπηρετεί και να συντηρεί τη δημόσια σπάταλη, διεφθαρμένη ή αργόμισθη γραφειοκρατία κι αν δεν γίνουμε επιτέλους κανονικοί Ευρωπαίοι πολίτες, ο ανεμοστρόβιλος δεν θα αργήσει.
Η Χ.Α. σε λίγο θα πάψει να αποτελεί το προπέτασμα τους και τότε θα δούμε «πόσα απίδια πιάνει ο σάκος».
Και τέλος, ας σταματήσει αυτό πια, του περιούσιου και συνεχώς καταδιωκόμενου έθνους των καλυτέρων ωστόσο καταφρονεμένων και αδικημένων, που δεν έχουν αφήσει κανέναν άλλο να ανακαλύψει τίποτα, ναι ας το πάρουμε απόφαση, η Κωνσταντινούπολη δεν είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας, προς το παρόν τουλάχιστον κύριε Κασιδιάρη!
Γιατί νάναι τόσο δύσκολα όλα αυτά;

* Ο Νίκος Γιαννής εργάζεται στις Βρυξέλλες στον τομέα της διαχείρισης γνώσης στο πλαίσιο της αναπτυξιακής βοήθειας προς τις αναπτυσσόμενες χώρες

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου